
The Substance – Review (Spoiler Free)
Νομίζω ότι αφότου πέρασαν τέσσερις μέρες από την προβολή του “Τhe Substance” έχουν κατασταλάξει μέσα μου όσα είδα, και μιας και δεν κάναμε το συνηθισμένο μας #5λεπτάμετά με το Θάνο έξω από την αίθουσα αμέσως μετά, είπα να γράψω τις εντυπώσεις μου, για μια πραγματικά εντυπωσιακή και ομολογουμένως συγκλονιστική ταινία.
Το “Τhe Substance” ανοίκει στην κατηγορία ταινιών που μου αρέσει να αποκαλώ χιουμοριστικά “καταπληκτικές ταινίες που δεν θα πρότεινα σε κανέναν”. Στο θρόνο αυτής της κατηγορίας για μένα βασιλεύει το αριστούργημα της περσινής χρονιάς Beau is Afraid του Ari Aster, μια από τις πιο συγκλονιστικές εμπειρίες που είχα ποτέ σε σινεμά, και όποιος το έχει δει, αυτή τη στιγμή είτε κλείνει το παράθυρο του website ξεφυσώντας, είτε αν ανήκει στους λίγους πειραγμένους σαν κι εμένα, σηκώνει τα φρύδια με ενδιαφέρον και καταλαβαίνει ΑΚΡΙΒΩΣ τι εννοώ.
Όπως και o Aster έτσι και η Fargeat, σκηνοθέτρια του “Τhe Substance”, παραδίδει μια ταινία αρτιότατη τεχνικά όπου η επιλογή των φακών, οι γωνίες λήψης, το καδράρισμα, ο ήχος, τα ΠΑΝΤΑ σε κουρδίζουν από την πρώτη στιγμή να μπεις μέσα στην ψυχή της πρωταγωνίστριας και να νιώσεις όλα όσα νιώθει. Και σταδιακά, με μια εξαιρετικά καλοδουλεμένη (ως ένα σημείο έστω) πλοκή, η ταινία κλιμακώνει την ένταση και το gore, ακολουθώντας την πορεία των χαρακτήρων, και κρατώντας σε από το χέρι σε “αναγκάζει” να το βιώσεις και εσύ μαζί, σε μια εμπειρία που μοιάζει σαν ένα special του Black Mirror σκηνοθετημένο από τον Aronofksy και τον Cronenberg, με τον έναν να συμπληρώνει τον άλλο.
Ντρέπομαι λίγο που για να προσδιορίσω μια γυναίκα σκηνοθέτη επικαλέστηκα δύο άντρες, αλλά δυστυχώς αυτή είναι η βιομηχανία του Hollywood, οι γυναίκες στην καρέκλα του σκηνοθέτη είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Και είναι ξεκάθαρο πως η Coralie Fargeat είναι μια σκηνοθέτρια που αξίζει όλα τα φώτα πάνω της, προσωπικά τώρα την ανακαλύπτω και διψάω να δω περισσότερα έργα της.
Το μόνο που θα αποκαλύψω για την υπόθεση του “Τhe Substance”, είναι ότι εξερευνά το τι θα γινόταν, αν εμφανιζόταν ένας τρόπο που θα μπορούσαμε να “αναστήσουμε“ τον νεότερο εαυτό μας – με σάρκα και οστά. Αλλα και με το αντίστοιχο τίμημα. Στην ταινία πρωταγωνιστεί η Demi Moore στο ρόλο της τηλεοπτικής celebrity Elizabeth Sparkle της οποίας η “λάμψη” έχει ξεθωριάσει, νιώθει στο πετσί της τον ηλικιακό ρατσισμό και κάθε μέρα σιχαίνεται και περισσότερο το είδωλο που βλέπει στον καθρέπτη.
Τα όσα βλέπουμε στην οθόνη , ειδικά φτάνοντας στην τρίτη πράξη, είναι πολύ ωμά, σκληρά και ενδεχομένως να είναι εικόνες που δεν θέλετε να σας καούν στον αμφιβληστροειδή χιτώνα σας. Επίσης, η διάρκεια της ταινίας είναι 2 ώρες και 21 λεπτά, που σε καμία περίπτωση δε θα έλεγα ότι την καθιστούν “βαρετή“, αλλά όπως και να έχει συνδυαστικά με τα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, με κάνει να σημειώσω ότι “τη βλέπετε με δική σας ευθύνη”.
Το σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται για βία για τη βία / σοκ για το σοκ, αλλά για μια σπαρακτική ταινία, που χρησιμοποιεί και σκληρές εικόνες σαν μέσο έκφρασης και όχι απλού εντυπωσιασμού.