Deadpool – review
Σαρκαστικός, βίαιος, edgy, πιθανότατα σχιζοφρενής και κωμικά meta, δεν είναι περίεργο που ο Deadpool είναι τόσο αγαπητός σε τόσο πολύ κόσμο. Ακόμη και οι hipster-geeks που υποστηρίζουν πως πρόκειται για υπερεκτιμημένο χαρακτήρα (όχι εγώ, ένας γνωστός μου), οφείλουν να παραδεχτούν ότι, όταν ο “merc with a mouth” βρίσκεται σε χέρια δημιουργών που ξέρουν τι κάνουν, το αποτέλεσμα είναι παραπάνω από απλά καλό. Και, ευτυχώς για όλους μας, οι δημιουργοί της συγκεκριμένης ταινίας ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία.
Με τον Ryan Reynolds να παλεύει για αυτήν την ταινία εδώ και καμιά δεκαετία, είναι ευχάριστο να τον βλέπεις στο κόκκινο spandex του Deadpool μόνο και μόνο για την επιμονή του να παίξει τον συγκεκριμένο χαρακτήρα. Ο Reynolds δίνει άνετα μια από τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας του, ενσαρκώνοντας τον Wade Wilson, έναν τύπο με μάλλον κακό παρελθόν και ένα ψιλο-εκνευριστικό, ψιλο-συμπαθητικό εξυπνακίστικο ύφος. Όταν ο Wade μαθαίνει πως πάσχει από καρκίνο, ένας μυστηριώδης επιστήμονας του υπόσχεται ότι μπορεί να τον θεραπεύσει. Η θεραπεία όντως λειτουργεί, αλλά τον αφήνει με φρικτά παραμορφωμένο δέρμα και την δύναμη να αυτοθεραπεύεται.
Η πλοκή δεν ξεφεύγει ιδιαίτερα από την πεπατημένη των superhero origin stories, αλλά το δυνατό χαρτί του Deadpool δεν έχει να κάνει τόσο με “τι” γίνεται, αλλά με το “πώς”. Με το χιούμορ λειτουργεί ως η βασική κινητήρια δύναμη της ταινίας, είναι πολύ εύκολο να της συγχωρήσει κανείς πταίσματα, όπως ο ελαφρώς αδιάφορος “κακός”, ένας τομέας στον οποίο πολύ λίγα πρόσφατα superhero movies έχουν να δείξουν κάτι εντυπωσιακό.
Η έκπληξη αυτής της ταινίας είναι το σε πόσους διαφορετικούς τομείς τα καταφέρνει καλά. Το χιούμορ ισσορροπεί, όπως ήταν αναμενόμενο, ανάμεσα στο πολύ καλογραμμένο και το πολύ ανώριμο και στρέφεται, μεταξύ άλλων, εναντίον του franchise των X-Men, των προηγούμενων ρόλων του Ryan Reynolds και (γιατί όχι;) του Hugh Jackman. Η δράση είναι απολαυστική, αξιοποιώντας πλήρως τις βίαιες επιλογές που προσφέρει στην ταινία το R-Rating της. Ακόμη και το love story, όμως, ήταν απρόσμενα heart-felt (δικαιώνοντας τα valentine posters) με την Vanessa (Morena Baccarin) να πείθει απόλυτα ως το άλλο μισό ενός τύπου σαν τον Wade Wilson.
Η εμφάνιση χαρακτήρων από το cast των X-Men μπορεί να γίνεται λίγο βιαστικά και χωρίς να προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο στο σύνολο της ταινίας, αλλά προσωπικά δεν σκοπεύω να διαμαρτυρηθώ ούτε για τον Colossus (Stefan Kapicic) ούτε και για την Negasonic Teenage Warhead (Brianna Hildenbrand), οι οποίοι παρά τον περιορισμένο τους χρόνο στην οθόνη, καταφέρνουν να γεμίζουν τις σκηνές στις οποίες συμμετέχουν.
Ως το πιο εμφανές αρνητικό στοιχείο θα μπορούσαμε να αναφέρουμε την σκηνοθεσία, που σε ορισμένα σημεία γίνεται υπερβολικά χαοτική, με αποτέλεσμα να νιώθεις λίγο χαμένος σε κάποιες σκηνές δράσεις, αλλά ίσως να φταίει απλά η κινηματογραφική αίθουσα όπου είδα την ταινία, οπότε επιφυλάσσομαι.
Εν τέλει, όμως, το δυνατό χαρτί του Deadpool είναι ότι ήταν μια ταινία με αρχή, μέση και τέλος. Είναι αρκετά περίεργο και αστείο το ότι αξίζει να αναφέρουμε κάτι τέτοιο ως ατού αλλά, με την πλειοψηφία των πρόσφατων superhero movies και άλλων blockbusters να μοιάζουν απλά με trailer για το sequel τους, η αίσθηση του να φεύγεις από τον κινηματογράφο χωρίς να νιώθεις ότι η ταινία σου χρωστάει κάτι ήταν αυτή που έκανε το Deadpool να αξίζει το εισητήριό του και με το παραπάνω.
Είτε σας τράβηξε η ιδέα μιας superhero κωμωδίας, είτε η υπόσχεση R-Rated δράσης, αν είστε fans των comics ή ακόμη δεν έχετε καμία προηγούμενη επαφή με τον χαρακτήρα, το Deadpool είναι, κατά βάση, μια πολύ διασκεδαστική ταινία που αξίζει τον χρόνο σας.