Μανιφέστο – Νύχτες Πρεμιέρας 2017
Μανιφέστο: γραπτή διακήρυξη πολιτικού, κοινωνικού ή καλλιτεχνικού περιεχομένου, όπου αναφέρονται οι βασικές αρχές ενός κινήματος ή εκφράζονται διαμαρτυρίες για μια δύσκολη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.
Η ταινία Μανιφέστο, αφού μας γνωστοποιεί τον ορισμό αυτού, εξαπολύει ένα εκρηκτικό one man show της Cate Blanchett, η οποία διακηρύσσει μανιφέστο μέσα από δεκατρείς διαφορετικούς ρόλους. Το περιεχόμενό τους είναι κυρίως καλλιτεχνικό και φιλοσοφικό, με μια ιδιαίτερη υφή μηδενισμού. Τα περισσότερα από αυτά δεν είναι αρμονικά δοσμένα με την κατάσταση στην οποία ακούγονται ή αναφέρονται. Μεταξύ άλλων, αναμιγνύεται ο ντανταϊσμός με τα περιττώματα σε έναν επικήδειο λόγο, ενώ μια οικογενειακή προσευχή ξεφεύγει κατά πολύ από το αναμενόμενο περιεχόμενο αυτής.
Ειλικρινά, η προσπάθεια αναδόμησης και νοηματοδότησης του συγκεκριμένου πονήματος κάθε άλλο παρά εύκολη διαδικασία μπορεί να θεωρηθεί. Πιθανόν, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος της ταινίας Julian Rosefeldt είχε αυτό ακριβώς τον σκοπό, προσπαθώντας να θολώσει τα όρια του ορισμού της τέχνης δια μέσου των νιχιλιστικών του εμμονών. Το ερώτημα που αναμενόμενα αναδύεται είναι αφενός αν κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί μέσω του κινηματογράφου ως μέσου επικοινωνίας και αφετέρου αν υπάρχει κοινό έτοιμο να το κατανοήσει. Η τελευταία ατάκα του χαρακτήρα της άστεγης λειτουργεί μάλλον αποστομωτικά (ή και εγωιστικά από την πλευρά του δημιουργού) προς τον ανίδεο θεατή, που είναι έτοιμος να εξαπολύσει πυρά ενάντια στο φιλμικό ποιόν της.
Αν και σαφώς πρωτότυπη, η ταινία είναι αδιαμφισβήτητα δύσκολη στη θέαση και σίγουρα δεν απευθύνεται στον μέσο θεατή που θεωρεί μια ταινία συνοδευτική του ποπ κορν του. Ενδεικτική είναι η αποχώρηση ενός μεγάλου αριθμού του σινεφίλ κοινού που παρακολουθούσε την ταινία στα πλαίσια του κινηματογραφικού φεστιβάλ της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας. Οι πρώτες αποχωρήσεις ξεκίνησαν μάλιστα στο πρώτο μισάωρό της και μεγιστοποιήθηκαν στο διάλλειμα.
Όπως και να ‘χει, δύσκολα θα εναντιωθεί κάποιος στο υποκριτικό ταλέντο της Blanchett, που σαν χαμαιλέοντας μεταμορφώνεται άψογα και με περισσή άνεση σε μια γκάμα ετερόκλητων χαρακτήρων. Αυτό που μένει προς διερεύνηση είναι η βαθύτερη ουσία της ταινίας, που έχει τη στόφα να αποτελεί αντικείμενο μακροσκελών αναλύσεων μεταξύ «ψαγμένων» και μη σινεφίλ.