The Hateful Eight – review
Με την ιστορία του πίσω από τις κάμερες να περιλαμβάνει εξίσου μεγάλη δόση ίντριγκας με την πλοκή του (με το σενάριο να διαρρέει και τον Tarantino να δηλώνει αρχικά πως δεν πρόκειται να φτιάξει την ταινία), το The Hateful Eight βρήκε τελικά τον δρόμο του για την μεγάλη οθόνη.
Το πρώτο πράγμα που συνειδητοποιεί κανείς από την πρώτη κιόλας σκηνή, είναι το γιατί το φιλμ των 70mm στο οποίο γυρίστηκε η ταινία ήταν ένα από τα πολυδιαφημισμένα της χαρακτηριστικά. Όχι, δεν είναι απλά μια άχρηστη λεπτομέρεια που απευθύνεται σε film-geeks, αλλά έχει σαν αποτέλεσμα τα πλάνα του Hateful Eight να φαίνονται τεράστια, δίνοντας μια επική διάσταση στο χιονισμένο τοπίο του Wyoming, αλλά και μία αρκετά σαφή αίσθηση του χώρου στο μαγαζί όπου οι πρωταγωνιστές μας είναι αποκλεισμένοι για το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας.
Ως προς την πλοκή, τα πράγματα έχουν ως εξής: Λίγα χρόνια μετά τον Αμερικανικό Εμφύλιο, στα βουνά του Wyoming, οκτώ ξένοι βρίσκονται αποκλεισμένοι σε ένα μαγαζί, στη μέση του πουθενά. Κανείς δεν εμπιστεύεται τους υπόλοιπους και η κατάσταση δεν αργεί να σοβαρέψει. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για πάντρεμα Reservoir Dogs και Django Unchained, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μοιάζει με ξαναζεσταμένο φαί.
Το στήσιμο της πλοκής διακατέχεται από την αγάπη του Tarantino για την δυναμική ομάδων και το πώς αυτή μεταβάλλεται όταν χαρακτήρες εμφανίζονται ή αποχωρούν από την σκηνή. Οι ερμηνείες, οι οποίες είναι η μία καλύτερη από την άλλη, είναι υπερ-αρκετές για να υποστηρίξουν το σενάριο.
Φυσικά, δεν λείπει η χαρακτηριστική απεικόνιση της βίας στην οποία μας έχει συνηθίσει ο Tarantino. Με λίγα λόγια, στο σύμπαν του Hateful Eight, μία σφαίρα μπορεί να ανατινάξει ένα κεφάλι και το αίμα ρέει σε μεγάλες ποσότητες και με κάθε είδους ευρηματικό τρόπο. Είναι περιττό να αναφέρουμε πως, αν σας ενοχλεί κάτι από τα παραπάνω, τότε θα ήταν καλύτερα να αποφύγετε την ταινία.
Πέρα από την βία και τους μακρόσυρτους διαλόγους όμως, το Hateful Eight έχει ενδιαφέρον λόγω των επιλογών που κάνει οσόν αφορά το είδος του. Σύμφωνα με τον Tarantino τα γουέστερν είναι ένα είδος ταινιών που αντανακλούν κατά κύριο λόγο την εποχή στην οποία φτιάχτηκαν και όχι την εποχή στην οποία διαδραματίζονται.
Το Hateful Eight χρησιμοποιεί το τυποποιημένο καστ των γουέστερν (οι σκληροί άνθρωποι του Νόμου, οι ηττημένοι Νότιοι, η παράτολμη γυναίκα που στράφηκε στο έγκλημα, ο σιωπηλός καουμπόι, ο ελαφρώς γλοιώδης Βρετανός, ο σχεδόν στερεοτυπικός Μεξικάνος) αλλά, σε αντίθεση με την συνηθισμένη αφήγηση των spaghetti-westerns, εδώ δεν υπάρχει“Καλός”. Οι χαρακτήρες, ανεξαρτήτως του background τους και της αρχικής εντύπωσης που μας προκαλούν, αποδεικνύονται ένας-ένας ανήθικοι, βίαοι και, σε γενικές γραμμές, ανάξιοι της εμπιστοσύνης μας.
Ο Tarantino χτίζει μια διαφορετική οπτική της μετα-εμφυλιακής Αμερικής, αφήνοντας να εννοηθεί πως η εικόνα που έχει ο μέσος Αμερικανός για την ιστορία της χώρας του είναι εξίσου πλαστή με [SPOILER ALERT] ένα γράμμα από τον Αβραάμ Λίνκολν.
Παρά την τρίωρη διάρκειά της, η ταινία δεν κουράζει όσο θα περίμενε κανείς, αντίθετα αξιοποιεί το format της για να αφηγηθεί την ιστορία από διαφορετικές οπτικές γωνίες και να μοιράσει τον χρόνο σε όλο το καστ της.
Αυτή ήταν η όγδοη από τις δέκα ταινίες που ο Tarantino έχει δηλώσει πως θέλει να φτιάξει στην καριέρα του. Πράγμα που σημαίνει ότι απομένουν ακόμη δύο και, αν το Hateful Eight αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα του τι έπεται, έχουμε αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα να δούμε ακόμη.