Mandy – Review
Εν έτει 1983, ο Ρεντ και η Μάντι ζουν σε ένα απομονωμένο σπίτι σε ένα δάσος πλαισιωμένοι από την δυναμική της άγριας φύσης του τόπου. Η αρμονική συνύπαρξη του ερωτευμένου ζευγαριού διαταράσσεται όταν συναντιούνται με μια μυστηριώδη θρησκευτική σέκτα, η οποία συνδέεται παραδόξως με μια μοχθηρή συμμορία απόκοσμων μηχανόβιων πλασμάτων.
Τα σκηνοθετικά ηνία της ταινίας κρατάει ο Πάνος Κοσμάτος, γιος του Γιώργου Κοσμάτου (Ράμπο 2: H αποστολή, Κόμπρα), αποτελώντας μόλις τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του. Η γνωστή ρήση για το μήλο που πέφτει κάτω από τη μηλιά φαίνεται να ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση του νεοφερμένου σκηνοθέτη αφού καταφέρνει μέσα σε δυο μόλις ώρες να αποτίσει φόρο τιμής με θρησκευτική ευλάβεια και χειρουργική ακρίβεια στις καλύτερες στιγμές του b-movie splatter σινεμά της δεκαετίας του 80. Εκμεταλλευόμενος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το ερμηνευτικό υπόβαθρο του υποτιμημένου Νίκολας Κέιτζ, που διάολε μοιάζει γεννημένος για το συγκεκριμένο ρόλο, χτίζει μια θεότρελη περσόνα που βουτάει με ξέχειλη παράνοια σε μια αιματοβαμμένη εκδίκηση κλείνοντας έξυπνα το μάτι στο όνομα του ήρωα.
Η ταινία χωρίζεται σε δυο μέρη, με το πρώτο να μας εισάγει με έναν απίστευτο αργόσυρτο ατμοσφαιρικό δυναμισμό στην εκρηκτική λαίλαπα του δεύτερου. Χρησιμοποιώντας αρκετά κοντινά πλάνα φιλτραρισμένα έντονα με κόκκινο και μπλε χρώμα, και με την υποβλητική μουσική επένδυση του Γιόχαν Γιόχανσον που έμελλε να αποτελεί και το κύκνειο μουσικό του άσμα, ο Κοσμάτος παραδίδει αβίαστα ένα καλτ διαμάντι. Το μουσικό score της ταινίας αποτελεί ένα κράμα των συνθέσεων του Κάρπεντερ με synth pop επιρροές παίζοντας κεντρικό ρόλο στο χτίσιμο της ατμόσφαιρας της ταινίας. Το σενάριο, χωρίς βαθυστόχαστα νοήματα και δεύτερου επιπέδου ερμηνείες, καταφέρνει λυτά και απέριττα να δώσει το δυναμισμό της σχέσης του πρωταγωνιστικού ζευγαριού ενισχύοντας το κίνητρο της εκδίκησης πλαισιώνοντας το από βιτριολικές ατάκες.
Η ταινία προβλήθηκε μεταμεσονύκτια στα πλαίσια του 24ου Διεθνούς Φεστιβάλ Αθηνών Νύχτες Πρεμιέρας σε μια κατάμεστη αίθουσα, το κοινό της οποίας φάνηκε να ενθουσιάζεται με τον παρεξηγημένο Νίκολας Κέιτζ. Ενδεικτικά το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα ακόμα και με την εμφάνιση του ονόματος του στους τίτλους έναρξης της ταινίας, αλλά και ακούγοντας τις ξεκαρδιστικές του ατάκες κυρίως στο δεύτερο μισό αυτής. Η ταινία ευτυχώς βρήκε διανομή στην Ελλάδα κάνοντας πρεμιέρα στις εγχώριες αίθουσες στις 25 Οκτωβρίου 2018.
Αν έχετε αγαπήσει το σινεμά του Κλάιβ Μπάρκερ, του Ντάριο Αρτζέντο, του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ και του Τζον Κάρπεντερ και αν σας έχει λείψει μια καθαρόαιμη καλτ b-movie ταινία με ρετρό νοσταλγία στη δεκαετία του 80, το Mandy είναι το φιλμ που οφείλετε να δείτε αποκλειστικά σε κάποια μεταμεσονύκτια προβολή στις διαστάσεις της μεγάλης οθόνης. Αν πάλι σιχαίνεστε τα υποκριτικά κρεσέντο του Νίκολας Κέιτζ με τα γουρλωμένα μάτια και τις άναρθρες κραυγές και αν γενικότερα απεχθάνεστε ποτάμια αίματος, σπασμένα κρανία, φονικά αλυσοπρίονα και δρεπάνια καλύτερα προσπεράστε.