“Σουέλ” της Ιωάννας Καρυστιάνη – review
Περίληψη από το οπισθόφυλλο:
Δώδεκα χρόνια μακριά από την οικογένειά του. Μακριά από τη στεριά, από τα αγαπημένα αλλά και λησμονημένα του πρόσωπα. Σπίτι του είναι πλέον το ATHOS III. O τόπος όπου αναμετριέται με τις μνήμες του. Το καταφύγιο όπου διαφυλάσσει ερμητικά κλεισμένα τα μυστικά του. Το μόνο μέρος απ’ το οποίο μπορεί και παρακολουθεί -όπως εκείνος θέλει- τη σιωπηλή πορεία του να χαράσσεται ερήμην του· τη μοναξιά του συντροφιά με το σουέλ: το βουβό κυματισμό του ωκεανού.
Η κριτική μου:
Η Καρυστιάνη έχει, από ότι έχω καταλάβει, μια τάση προς την πεσιμιστική πλευρά της λογοτεχνίας. Καταδικάζει τους ήρωές της να ζουν πάντοτε μέσα στην γκρι περιοχή της ζωής. Το Σουέλ όμως δεν είναι έτσι, κρύβει μέσα του μια αισιοδοξία που μπορεί να μην φτάσει μέχρι την λύτρωση των ηρώων του, αλλά δίνει σίγουρα ανάσες ελπιδοφόρες. Αγάπησα τη θάλασσα. Αγάπησα τους ήρωες, έναν έναν για αυτά που έκρυβαν μέσα τους, για αυτά που άφηναν να γλιστρήσουν.
“Μήτσο αγαπώ το μπράτσο σου…”, λάτρεψα αυτή την πρόταση γιατί μέσα της κρύβει όλη την αγάπη που ένιωθε η Λίτσα, η κατακαμμένη απο τον έρωτα κομμώτρια για τον ναυτικό. Έβαλε τη ζωή της στον πάγο και κόλλησε επάνω σε έναν άνθρωπο. Κρύβει πολλή αγάπη ή μια έλλειψη αυτοεκτίμησης η απόφαση της Λίτσας να αγαπήσει έτσι τον Δημήτρη;
Οι ήρωες είναι γυμνοί, βλέπουμε τις καλές και τις κακιές πλευρές τους χωρίς να εκβιάζει η συγγραφέας τη συμπάθεια ή την αντιπάθειά μας. Η ιστορία είναι ένα ταξίδι εσωτερικό, όχι στις πέντε θάλασσες αλλά στα νερά της συνείδησής μας – ο χρόνος περνάει, στον θάνατο κοντά πρέπει να αντικρύσεις την αλήθεια σου. Η αλήθεια του Δημήτρη, της Λίτσας και όλων των ηρωών ήταν πάνω κάτω η ίδια- όλοι επιζητούσαν την επαφή.
“Η θλίψη είναι τόπος, κήπος πικρός….”