Childhood’s End – γιατί απέτυχε η μεταφορά του στην τηλεόραση
Το βιβλίο του Άρθουρ Κλαρκ: “Οι Επικυρίαρχοι” μόλις μεταφέρθηκε στο αμερικάνικο κανάλι επιστημονικής φαντασίας SyFy με το ομώνυμο αγγλικό τίτλο “Childhood’s End”. Η ανυπομονησία ήταν μεγάλη, γιατί το συγκεκριμένο έργο ήταν από τα πιο σπουδαία του Κλαρκ. Όμως οι δυνατές εικόνες του και το συναίσθημα που συναντάς σπάνια σε τέτοια βιβλία, ήταν αυτά που θα καταδίκαζαν σε αποτυχία από την αρχή οποιαδήποτε μεταφορά του σε σειρά ή ταινία.
Ο συγγραφέας είχε ζήσει στην εποχή που ακούστηκαν τα παρακάτω λόγια:
“Είμαι ο θάνατος: ο καταστροφέας των κόσμων”, καθώς χρησιμοποιήθηκε η ατομική βόμβα στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Και όταν ξεκίνησε να γράφει το βιβλίο, έβλεπε την Αμερική να οδεύει σε έναν ακόμα στον ψυχρό πόλεμο. Ο ίδιος συγγραφέας που πίστευε τόσο πολύ στην ανθρωπότητα και στο όραμά του για την εξέλιξή της ταξιδεύοντας στα άστρα μέσω της επιστήμης, έβλεπε τον άνθρωπο να χρησιμοποιεί την επιστήμη για την αυτοκαταστροφή του.
Ως αποτέλεσμα έγραψε ένα βιβλίο για να φέρει κάποιον από μακριά πέρα από το δικό μας ηλιακό σύστημα, που θα μας σταματούσε από τον αφανισμό μας και θα μας έδειχνε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε.
Για όλα όμως υπάρχουν συνέπειες. Όπως και ο συγγραφέας, που δεν εμπιστεύεται την “evil” πλευρά μας, έτσι και οι Επικυρίαρχοι βλέπουν ένα επικίνδυνο μέλλον αν αφήσουν τους ανθρώπους αχαλίνωτους.
Το βιβλίο μπορεί να φέρνει αυτούς τους “από μηχανής” θεούς σε επαφή με την ανθρωπότητα το 1965, αλλά η σειρά τους φέρνει στη δική μας εποχή. Και με το δίκιο της, γιατί ακόμα οι πόλεμοι υπάρχουν. Ένα από τα πρώτα αποκορυφώματα του βιβλίου αλλά και της σειράς, είναι η αποκάλυψη των Επικυρίαρχων. Η εικόνα τους είναι τόσο δυνατή που, ναι μεν στο βιβλίο μετά από το πρώτο ξάφνιασμα μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις το βιβλίο για να δεις τι θα γίνει, αλλά στην τηλεόραση δεν μπορείς να τους αγνοήσεις. Η εικόνα τους είναι συνέχεια εκεί και τραβάει το μάτι. Γι’ αυτό ίσως προκύπτει μια από τις μεγαλύτερες διαφορές της σειράς από το βιβλίο και αυτή είναι ο ρόλος της θρησκείας και η πίστη. Κάτι που στον Κλαρκ δεν συμβαίνει. Επίσης στο βιβλίο δεν δενόμαστε με τους ήρωες τόσο πολύ, ενώ η σειρά επικεντρώνεται στους ήρωες, επειδή η σειρά περιόρισε τα χρόνια μέσα στα οποία γίνονται οι αλλαγές στον πολιτισμό των ανθρώπων, ώστε να μπορέσουν να έχουν τους ίδιους ανθρώπους ως πρωταγωνιστές από την αρχή της σειράς. Ίσως είναι κάτι που λείπει από το βιβλίο, αλλά και η σειρά θα μπορούσε να εξισορροπήσει τη “φλυαρία” γύρω από τις σχέσεις τους με την πλοκή της.
Όσο προχωρούσε η σειρά, τόσο πιο διαφορετική γινόταν από το βιβλίο. Πού είναι η νέα Αθήνα με το δημοκρατικό πολίτευμα που θα ζήλευαν και οι Αρχαίοι Έλληνες; Πού είναι η αντιδραστικότητά τους σε αυτήν την πόλη απέναντι στους επικυρίαρχους;
Στη συνέχεια μπήκαν στοιχεία τρόμου, λογικά για να αυξηθεί η αγωνία του θεατή, κι εκεί είναι που χάνεται κάπως το παιχνίδι σε σύγκριση με το βιβλίο. Ο συγγραφέας δεν ήθελε τόσο να τρομάξει τον αναγνώστη, αλλά να του προξενήσει το συναίσθημα της ανημποριάς. Κάτι που, ναι μεν φαίνεται από τις προσωπικές οπτικές γωνίες των ηρώων, αλλά όχι σε όλο το μεγαλείο της περιγραφής.
Το γεγονός ότι οι άνθρωποι ήδη έχουν μέσα τους αυτό που θα τους βοηθήσει να εξελιχθούν είναι κάτι που δεν φαίνεται ξεκάθαρα από τη σειρά. Το βιβλίο αφήνει μια πικρόγλυκη γεύση και ένα βαρύ κεφάλι, η σειρά όμως ίσως μόνο τη ματαιότητα. Ακόμα και από τα πρώτα λεπτά του επεισοδίου.