Supernova (2020): A trip down memory lane (Άποψη No Spoilers!)
Με τον τίτλο “Supernova”, θα περίμενε κανείς μια ταινία σχετική με το διάστημα, τα άστρα, τις μαύρες τρύπες, και τις εκρήξεις που συνοδεύουν τα προηγούμενα. Μια έκρηξη σαν αυτές, οδηγεί στην πλήρη κατάρρευση ενός άστρου αλλά ταυτόχρονα αποτελεί και το έναυσμα για την δημιουργία νέων άστρων. Οι μεταβολές που πραγματοποιούνται πλησίον του άστρου που οδηγείται προς τον θάνατο είναι καταλυτικές ενώ χρειάζεται αρκετός χρόνος για να επέλθει ξανά η ισορροπία.
Ο Σαμ και ο Τάσκερ, πιανίστας και συγγραφέας αντίστοιχα, είναι ζευγάρι 20 χρόνια, και αποφασίζουν να οργανώσουν και να πραγματοποιήσουν ένα road trip στην Αγγλία, χρησιμοποιώντας το παλιό τροχόσπιτό τους, με σκοπό να επισκεφτούν φίλους, συγγενείς, καθώς και μέρη ορόσημα για την ζωή τους και την σχέση τους.
Η αφορμή για αυτό το ταξίδι είναι η υγεία του Τάσκερ, αφού έχει διαγνωστεί με άνοια πρώιμης έναρξης, η οποία προοδευτικά δυσκολεύει την καθημερινότητά του, καθώς αδυνατεί να εκτελέσει διάφορες ενέργειες, ενώ παράλληλα επηρεάζει και την μνήμη του. Με το ταξίδι αυτό, επιδιώκουν να περάσουν περισσότερο χρόνο μαζί και ταυτόχρονα να “παγώσουν” αυτόν τον χρόνο γύρω από χαρούμενες αναμνήσεις και αγαπημένους ανθρώπους, πριν η κατάσταση του Τάσκερ επιδεινωθεί.
Σεναριακά, η ταινία ακολουθεί μια ασφαλή πεπατημένη, παρουσιάζοντας μια όμορφη, υγιή και πολύχρονη σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων, με αμοιβαία αγάπη, σεβασμό και ενδιαφέρον. Ξεφεύγει όμως συχνά από αυτή την νόρμα, προβάλλοντας τα ωμά συναισθήματα και την ψυχική κατάσταση των δύο πρωταγωνιστών, χωρίς να μετριάζει καθόλου τα συμπτώματα της νόσου στον Τάσκερ, αλλά και στον Σαμ, ο οποίος έχει επωμιστεί το βάρος της φροντίδας και της ευημερίας του συντρόφου του. Αν και η ταινία τοποθετείται στο είδος του δράματος, οι διάλογοι του Τάσκερ (τον οποίο υποδύεται ο Αμερικανός Stanley Tucci) περιέχουν την σωστή δόση αυτοσαρκασμού και κωμωδίας, στοχεύοντας στην αποκλιμάκωση της βαριάς ατμόσφαιρας.
Ερμηνευτικά, δώστε το Όσκαρ στον Stanley Tucci. Χθες. Και αν περισσεύει κανένα, δώστε το στον Colin Firth. Οι ερμηνείες των δύο ηθοποιών σε αυτή την ταινία αξίζουν έπαινο. Δεν υπάρχουν υπερβολές ή εκπτώσεις από μέρους τους και δεν προκαλούν τον οίκτο των θεατών. Φέρνουν εις πέρας την αποστολή που τους έχεις ανατεθεί από τον σεναριογράφο και σκηνοθέτη Harry Macqueen, μέσα σε μόλις 95’, και αποτελούν από τις καλύτερες ερμηνείες της τρέχουσας κινηματογραφικής περιόδου.
Συνοψίζοντας, η ταινία προτείνεται για θέαση, όντας μικρή σε διάρκεια, με υπέροχες ερμηνείες και ένα ψήγμα χαρμολύπης, αποτελώντας σίγουρα μια αξιόλογη επιλογή, οπότε, αναζητήστε την.